Σάββατο 4 Απριλίου 2009

ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ ΟΙ ΝΟΣΤΑΛΓΟΙ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ




ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ ΟΙ ΝΟΣΤΑΛΓΟΙ ΑΦΗΡΗΜΕΝΩΝ ΙΔΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ.

Απαντητική σε άρθρα του κου Καρκαγιάννη στη εφημερίδα Καθημερινή (22 και 29-3-2009)

 

Η εικονομαχία είναι με βεβαιότητα μια σημαντική διαμάχη που συγκλόνισε τον ανατολικό χριστιανικό κόσμο για ενάμισυ περίπου αιώνα (726-843) και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τη φυσιογνωμία του Βυζαντίου μέχρι την πτώση του αλλά και τον ελληνικό γενικότερα κόσμο μέχρι σήμερα. Η διαμάχη αυτή τα αίτια της οποίας είναι σίγουρα δυσερμένευτα και για τα οποία έχουν γραφτεί πάμπολλες ερμηνείες, ενώ αρχικά ξεκίνησε ως απόπειρα του αυτοκράτορα Λέοντα Γ  να αποκαθάρει την χριστιανικη λατρεία απο πρακτικές μη αρμόζουσες στην καθαρότητα της, κατέληξε σε μιά δογματική διαμάχη η οποία αφορούσε το προσωπο του Χριστού, και άρα στο πώς της σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό και επομένως στο πως της σωτηρίας του.

Έμμεσα η διαμάχη έθιξε μείζονα αισθητικά ζητήματα επιπτρέποντας τη διαμόρφωση μιας θεωρίας για την τεχνη και την εικόνα μοναδικής στην ιστορία των αισθητικών θεωρίων και η οποία δυστυχώς παραμενει εν πολλοίς μέχρι σημερα περιθωριοποιημένη στα αζήτητα.

Η βασική επιχειρηματολογία των εικονομάχων της πρώτης περιόδου περιορίζεται κυρίως σε επίκληση διατάξεων της Π.Δ που απογορεύουν τον εξεικονισμό του Θεού. Στην απάντηση  όμως του άγιου Ιωάννη του Δαμασκηνού ὄτι μετά την ενανθρώπιση του Λόγου, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδας, ο εξεικονισμός του Θεού επιτρέπεται καθόσον η ανθρωπότητα πλέον έχει δεί το προσωπο του Χριστού, οι εικονομάχοι  ασυντάσσονται και με τον κατά τα άλλα αξιόλογο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Ε διαμορφώνουν μια θεολογική επιχειρηματολογία η οποία αμφισβητεί και απορρίπτει τη δυνατότητα εξεικονισμού του Χριστού.  Το βασιλό του επιχείρημα ήταν ότι δεν μπορεί να εξεικονιστεί ένα προσωπο που είναι και Θεός και άνθρωπος εφόσον μιά πραγματική εικόνα πρέπει να περιγράφει και τις δύο φύσεις του εικονιζομένου. Έτσι, στο βαθμό που για τη βυζαντινή-ορθόδοξη σκέψη ο Θεός- η Θεία ουσία- είναι απερἰπγραπτος ο εξεικονισμός κρίνεται αδύνατος και προκρίνεται ως αυθεντική εικόνα του Χριστού η Θεία Ευχαριστία.

Το δογματικό ζήτημα που δημιουργούσαν  εικονομάχοι  καταργούσε την πραγματικότητα της Ενανθρώπισης του Λόγου. Αν ο Χριστός δεν μπορούσε να εξεικονιστεί όπως κάθε άνθρωπος άρα δεν ἐγινε πραγματικός άνθρωπος. Συνεπώς δεν υπήρξε ποτέ η ένωση Θεού και ανθρώπου στο προσωπό Του και άρα δεν πραγματώθηκε η σωτηρία της ανθρώπινης φύσης που μονον ως ασύγχυτη ένωση με το άκτιστο μπορεί να νοηθεί. Η εικονομαχία ήταν επομένως μια αίρεση δογματικής φυσης κι όχι απλώς μια απόπειρα να καθαρθεί η χριστιανική λατρεία και επομένως μια προοδευτική κίνηση. Ήταν μια άκρως συντηρητική κίνηση διότι, αμφισβητώντας την πλήρη ανθρωπότητα του Χριστού καταργούσε τη δυνατότητα του ανθρώπου να κοινωνήσει με το Θεό και να ενωθεί μαζί του. Ανεξάρτητα απο το αν κάποιος πιστεύει τη χριστιανική Αλήθεια, οφείλει να δεχτεί ότι η κατανόηση της γνωσης του θεού ως μετοχής και ένωσης μαζί του, τονίζοντας την έννοια της κοινωνίας και της των πάντων ενότητας, είναι απο κοινωνιολογική άποψη τό λιγώτερο ενδιαφέρουσα. Με την εικονομαχική λογική ο θεός γίνεται μια απωθυμένη στο επέκεινα πραγματικότητα η οποία δεν επικοινωνεί με τον άνθρωπο. Γίνεται μια μεταφυσική έννοια και όχι ένα γεγονός ζωής που υπάρχει σε σχέση με τον άνθρωπο επιτρέποντας σε αυτόν την μέθεξη στον κόσμο Του. Οι εικονομάχοι, υποστηρίζοντας το ανεικόνιστο του Χριστού, κατέληγαν, προφανώς άθελά τους, σε μιά θεολογία της απουσίας του Θεού κι όχι σε μιά θεολογία παρουσίας Του. Η απάντηση των όσων τιμούσαν τις εικόνες - τούς  οποίους είναι άδικο να αποκαλούμε εικονολάτρες στο βαθμό που απο την αρχή διευκρίνησαν ότι αυτό που αποδίδεται στις εικονες δεν είναι λατρεία αλλά τιμή- εστιάστηκε στον ορισμό του εξεικονισμού και στη οριοθέτησή του για πρωτη φορά με τόση σαφήνεια απο όσο τουλάχιστον γνωρίζουμε. Ο εξεικονισμός δεν συνιστά περιγραφή της ουσίας του εικονιζομένου αλλά παρουσίαση της ύπαρξής του. Η εικόνα μας λέει ότι κάτι υπάρχει αλλά δεν μας λέει τί είναι αυτό που υπάρχει.  Η εικόνα του Χριστού παρουσιάζει οπτική μαρτυρία για το πρόσωπό Του αλλά δεν περιγράφει τις φύσεις Του. Η εικόνα λοιπόν εικονίζει τον τρόπο υπάρξεως , την υπόσταση όχι όμως και την φύση αυτού που εικονίζεται. Και ο εξεικονισμός γίνεται όχι με τη δημιουργική φαντασία του ζωγράφου αλλά με την παρουσιάση του ορατού στοιχείου της υπόστασης παντός εικονιζομένου, δηλαδή με την καταγραφή της πραγματικής προσωπικής μορφής του. Έτσι η μορφή κάθε προσώπου είναι η εικόνα του, το δείχνει αλλά δεν περιγράφει την ουσία του. Το ίδιο ισχὔει και  για το Χριστό του οποίου εικονίζεται η υπόσταση με την καταγραφή της μορφής του. Έτσι ο Χριστός κατα τον αγιο Θεόδωρο το Στουδίτη ως έμμορφος και άρα πραγματικος άνθρωπος γεννήθηκε εξεικονισμένος. Η εικόνα αυτή δεν περιγράφει τις φύσεις του αλλά μας λέει ότι το πρόσωπο αυτό είναι υπαρκτό και έχει αυτήν τη μορφή. Άρα η εικόνα αποτελεί μαρτυρία που πιστοποιεί την πραγματικότητα της ύπαρξης ενός προσώπου. Και εφόσον η εικόνα φέρει την πραγματική μορφή ενός εικονιζομένου γιαυτό είναι προσκυνητή και η προσκύνηση διαβαίνει στο πρωτότυπο. 

Με την εικόνα έχουμε μαρτυρία της ύπαρξης ενός προσώπου και  ταυτόχρονα τη δυνατότητα της παρουσίας του, ενω με την εικονομαχική λογική το πρόσωπο γινεται ανεικόνιστο και άρα αφηρημένη ιδέα και έννοια και άρα απών απο την πραγματικότητά μας. Μιά υψηλή αλλά απόμακρη και συνεπώς άχρηστη ιδέα που πιθανώς να ιντριγκάρει το νού αλλά αφήνει τον άνθρωπο σε ακόμη μεγαλύτερη  μοναξιά , σε ένα τοπίο θάνατου ασώματων ιδέων.

Η εικονομαχία υπήρξε με την έννοια αυτή πρόδρομος της δυτικής θρησκευτικής μεταρρύθμισης αλλά εν πολλοίς και  πολλών σύγχρονων εικονομαχικών τάσεων που εκφυλίζουν την εικόνα σε απλό μέσο στερώντας της τη βασική της λειτουργία, τη μαρτυρία του πραγματικού.

Η εικονομαχία έδωσε ἐμμεσα τη δυνατότητα διαμόρφωσης  μιας ιδιόμορφης αισθητικής πρότασης στην  οποία  θεμελιώθηκε η βυζαντινή ζωγραφική και η ανάπτυξη του καθ᾽ημάς πολιτισμού της εικόνας ο οποίος ευτυχώς μετα απο αιώνες περιφρόνησης διακαιώνεται πλέον συγκρινόμενος με τα επιτεύγματα του μοντερνισμού με τον οποίο φέρεται να έχει πολά κοινά στοιχεία. Σε βασικές γραμμές η πρόταση αυτή υποστηρίζει τα εξής:

Α) Η εικόνα ως η υποστατική μορφή παντός εικονιζομένου προϋπάρχει του δημιουργού της .

Β)  Ο ζωγράφος είναι κυρίως δημιουργός με τη ελληνική σημασία του όρου δηλάδη πρόσωπο που υπηρετεί μια κοινότητα, έναν δήμο και ως έργο του έχει να βρεί τρόπους κατάλληλης  παρουσίασης της μορφής στο θεατή.

Γ) Η ζωγραφική γινεται κυρίως ενασχόληση με τον τρόπο ύπαρξης τη μορφής με σημείο αναφοράς την αίσθηση του θεατή ο οποίος αναβιβάζεται σε αισθητικό κέντρο και κριτήριο της εικαστικής δημιουργίας.

Δ) Η εικόνα υφίσταται σειρά αλλοιώσεων προκειμένου να κινηθεί προς το χωρόχρονο των θεατών και να συναντήσει το θεατή της . Έτσι δημιουργείται ένα είδος πραγματικής εικονικότητας.Τα εικονιζόμενα της βυζαντινής ζωγραφικής,  σε αντίθεση με όσα επιδιώκει η δυτική τέχνη απο την Αναγέννηση και μετά, δεν διεκδικούν να έχουν δικό τους χωρόχρονο ως προς  τους θεατές και άρα να απουσιάζουν στο δικό τους εικονικό κόσμο.  Κινούνται στις ίδιες με τους θεατές χωροχρονικές διαστάσεις και επομένως παροντοποιούνται και υπάχουν μεσα απο τη δική τους ζωή. Αυτή η ζωγραφική του Βυζαντίου που ως βασικό της στόχο της έχει να παροντοποιήσει τα εικονιζόμενα και να τα καταστήσει αισθητική εμπειρία είναι ιδιαίτερα μοντέρνα η και μεταμοντέρνα θάλεγα και σήμερα πολλοι ερευνητές σε όλον το δυτικό κόσμο την ανακαλύπτουν και την θαυμάζουν επιχειρώντας μάλιστα να χτίσουν πάνω της σύγχρονες αισθητικές θεωρίες με ανθρωπολογικό και θεραπευτικό προσανατολισμό.

Ε) Εν κατακλειδι. Η ζωγραφική του Βυζαντίου δεν είναι μια απάνθρωπη αναζήτηση στον αφηρημένο χώρο του απρόσωπου και του  υπερβατικού αλλά μιά εκκλησιολογική απόπειρα να ενώθουν με εικαστικό τρόπο τα διεστώτα και να προσφερθεί, σε όσους θέλουν, οπτική μαρτυρία της Βασιλείας των Ουρανών ως κοινωνίας αγάπης Θεού και ανθρώπων.

Πολλές άλλες παράμετροι της αισθητικής αυτής θεωρίας έχουν μεγάλο ένδιαφέρον αλλά δεν είναι της ώρας να παρουσιαστούν. Ισως εν καιρῳ και με άλλη ευκαιρία.

 

 

 

 

 

 

Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

ΖΩΓΡΑΦΙΖΩ ΑΡΑ ΥΠΑΡΧΩ... ΕΝΑ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ


Ζωγραφίζω άρα υπάρχω. Μετρω τις μέρες μου με τη ζωγραφική. Καταγράφω μορφές που γύρω μου θηλάζουν το κενό, δίνω πρόσωπο σε όνειρα και σε θύμους. Προσπαθώ σχέση να συστήσω με τον κόσμο ετούτο το μικρό και άπονο. Επιχειρώ λόγο να βρω σε έναν πλανήτη που λατρεύει θαρρώ το παράλογο, τη στάση δηλαδή και την ασφαλεια των δεδομένων. Κόσμος άκοσμος δίχως λόγο και άρα δίχως ρυθμό που να συνέχει τα διεστώτα και να περνά στη ζωή ως ενότητα. 
Πόσο εύκολο είναι να ζωγραφίζεις δίχως τη ζωή να ψαύεις...χωρίς να αγγίζεις τα σπλάχνα τού θηρίου που πλαντάζει στά σωθικά της γής! Είναι εύκολο να γράφεις μορφές η δικά σου συναισθήματα αλλά δύσκολο να περάσεις στη καταγραφή σχέσεων και μάλιστα στην καταγραφή προτάσεων που να ξεκινούν από πείρα κι όχι να είναι παράγωγα ιδεών που μοιάζουν φορές φορές καλές και θελκτικές αλλά πλάνες σά ξενιτειά είναι. 
Γύρω μου όλα μοιάζουν να ζητούν τή στάση και τον προσδιορισμό.Όλοι ζητούν ταυτότητα και σημαίες για να καταταγούν. Όλα μοιάζουν να οδεύουν προς τη στατικότητα και το θάνατο. Πουθενά η ελπίδα της ρευστότητας και της ροής , του ρυθμού όπου όλα εθελούσια  χάνουν την ταυτότητά τους , "ούκ έστιν έλλην και βάρβαρος..." και όλα γίνονται ένα κουβάρι, ένα σμάρι χαράς και ένα σώμα όπου δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά, σπουδαία και μή. Όπου όλα απολαμβάνουν την ισοτιμία της λειτουργίας και τη χαρά της μετοχής στο γεγονός της ζωής. 
Πόσο κουραστικά διαβαίνω σε ετούτο τον κόσμο τον τις ουσίες αναδεύοντα και ματαίως αναζητούντα να λύσει το πρόβλημα.... Ποιό είναι το πρόβλημα; Από πού προβάλλεται το πρόβλημα; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει η μάλλον όλοι αποφεύγουν να το θέσουν και να αναλάβουν  ευθύνες και ρίσκα. Η εύκολη οδός είναι αυτή της διαφυγής. Κάθετι είναι καλό αρκεί να μας βοηθάει να δραπετεύσουμε απο το υπαρκτό και το πραγματικό. Κόσμοι απο ιδεολογήματα, πολυκατοικίες φτηνών συναισθημάτων, συστήματα που διδάσκουν και πραγματώνουν τη δραπέτευση... όλα επιτρέπονται αρκεί να ξεχνιόμαστε. Όχι στις χαραυγές αλλά σε όμορφα όνειρα χωρις πραγματικότητα μόνοι η με όσους μας ικανοποιούν .οσους δεν μας χαλάνε τη μέρα , όσους προτιμούμε. Έμεις οι δραπέτες της πραγματικότητας να χάσκουμε ευτυχισμένοι μπροστά σε βιτρίνες πολυκαταστημάτων, να φτιάχνουμε τη διάθεση μας ακούγοντας συνθήματα για ηλιθίους που υπόσχονται ότι σε τέσσαρες συνεδρίες θα λυθούν τα προβλήμτα του γάμου σας και ότι  μετά θα έχετε μιά ευτυχισμένη καθωπρέπει οικογένεια με καλοχτενισμένα και καθαρά παιδάκια, με εξοχικό, με κότερο με τακτικές διακοπές σε αξιόλογα μέρη όπου υπάρχει φρέσκο και φτηνό ψάρι και άλλες τέτοιες  ....... 
Γιά να τις πουλάνε μάλλον κάποιοι τις αγοράζουν.... Κάποιοι ψωνίζουν απο το μαγαζί αυτό που  μάλλον κάνει καλλές δουλειές. Δραπέτες του κόσμου του πραγματικού!!!! Λίγο σεβασμό ρε στη φτώχεια των άλλων, όσων δούλων δουλεύουν για να έχετε όσα έχετε..Λίγο σεβασμό αν μη τι  άλλο. Ας μη γίνουμε ήρωες να απαρνηθούμε τις χάρες του ντουνιά αλλά μιά σιωπή, ένα λεπτό τουλάχιστον σιγή σε όσους τη στιγμή αυτή πονούν  και πεθαίνουν, βασανίζονται, δουλεύουν, είναι μόνοι... όσο έμείς μέσα στο καλαμπουράκι της ατομικής μας ευτυχίας κάνουμε συνεδρίες με ψυχιάτρους και ψυχολόγους, η ασχολούμαστε με την οικολογία για νάχουμε καλύτερη ποιότητα ζωής!!!! Μόνοι, ακρωτηριάζοντας τη ζωή, σταματώντας το ρυθμό του σώματος της ζωής, επιλέγοντας με τά ατομικίστικα μας κριτήρια οπαδούς, φίλους και συντρόφους ανάλογα με τα δεδομένα μας. Μόνοι να χάσκουμε ηδονικά μπροστά αλλά και μακρυά από τον πόνο. Με ιδέες σπουδαίες αλλά δίχως σώμα, δίχως πληγές που να μαρτυρούν την παρουσία μας στον πόλεμο, στη φτώχεια , στο μαρτύριο των άλλων. Μόνοι, σκυμένοι πάνω απο φροσκοτυπωμένα βιβλία να χαζεύουμε εαυτούς και αλλήλους διαβάζοντας η γράφοντας για κάποιους αφελείς που συνωστίζονταν μπροστά σε προκυμαίες για να πάνε πικνίκ "απέναντι", η να σχολιάζουμε παραμονές εθνικών εορτών τις ζωές των ἀλλων όσων σε πεδία μαχών έδωσαν όλα τα παιδιά τους. Μόνοι και καλοταϊσμένοι να σχολιάζουμε τις ζωές των άλλων για νάχουμε κι εμείς δουλειά. Ουαί υμίν Φαρισαίοι υποκριταί! Αφράτοι κώλοι!!!!
Αν μη τί άλλο σιωπή. Αν μη τι άλλο λίγη σιγή Βάνδαλοι. Όχι άλλη ρύπανση του τοπίου ο  φαρισαϊσμός σας είναι το τοξικότερο απόβλητο απο καταβολής κόσμου.   
Κι εγώ να μετράω τις μέρες μου με τη ζωγραφική... Αστειότητες. Μικρό και αστείο ανθρωπάκι που αν μη τί άλλο προσπαθώ χρόνια τώρα να πείσω το τομάρι μου ότι εις μάτην κάθε προσπάθεια να βρώ μιά θέση στον κόσμο μας.. εις μάτην. "Ένας χαζός και σαστισμένος ανθρωπάκος που όπου με παίρνει κι έμενα κοκορεύομαι..." Ένα συγνώμη προς όλους αδελφοί έχω να πώ κι αυτό με τα χείλια μόνον, μόνον τόσο αντέχω, τόσο βαστώ. Συγνώμη που Πάσχα έρχεται και νοσταλγώ τη ζωή να βρώ, απλά όμως τη νοσταλγώ. 

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Τη μερα που η καρδιά μου δεν έβρισκε τρόπους να αποκτήσει σώμα και να δημοσιευτεί...

Κραυγες στη σιωπη και ψιθυροι στα παραθυρα. Ενας κοσμος που σκιάζει το φως καμωμένο απο όνειρα που καιγονται και ελπίδες που πυρπολούνται. Τι αραγε ειναι αυτο που συνοδευει τη λεηλασια και την αρπαγη; Παιδια,  εφηβοι, ώριμοι ανδρες και γυναικες η μηπως σακατεμενα όνειρα με μορφες ανθρωπων; Η εικόνα ενός συστήματος που αδυνατεῖ να δεί τον εαυτό του απο κοντά και απο μακρυά, που αυτάρεσκα αυνανίζεται με λέξεις ηχηρές και βαρύγδουπες. 
Η εικόνα. Ποιά άραγε εικόνα είναι αυτή που θα ταιριαζε στην πραγματικότητα που σχεδόν όλοι θα θέλανε να εξορκίσουν απο την γλυκερή, μελοδραματικὴ και συναισθηματογόνα ατμόσφαιρα των ημερών; Καμμιά. Η εικόνα είναι έτσι κι αλλιώς απούσα απο μιά κοινωνία που κατέλυσε την εικόνα καιρό τώρα όταν  παραδέχτηκε ότι δεν έχει δικό της  πολιτισμό και ότι δεν μπορεί επομένως να χωρέσει τα όνειρα τους πόθους και τις ελπίδες αλλά και το θυμό της στην εικόνα πού αιώνες τώρα είχε. Μιά κοινωνία που δέχτηκε ότι δεν έχει πολιτισμό, τρόπο δηλαδή ύπαρξης και έκφρασης του προσώπου είναι καταδικασμένη να φτάσει  σε αδιέξοδο, να φτάσει στήν όργή και ακόμη πιό πέρα στο τυφλό ξέσπασμα της στη  βία και στό μίσος το βουβό. 
Οι έλληνες (σωστά γραμμένο με μικρό...) αρνήθηκαν την ύπαρξη δικού τους τρόπου θετικῆς διαχείρισης του περιεχομενου του προσώπου τους, της ψυχῆς τους, της καρδιας τους με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και αυτό πάντα θεωρήθηκε φυσιολογικό και ανώδυνο. Απλά οικειοποιήθηκαν και συνεχίζουν να το κανουν, φόρμες και μορφὲς, τρόπους δηλαδή αλλωνών, ξένων τρόπων μορφωμένων για να εκφρασουν αλλες ψυχικες ανάγκες και καταστάσεις. Το προβλημα είναι ότι με την υιοθέτηση της πρακτικῆς αυτής ο έλληνας έχασε την ικανότητα που πάντα διέθετε να διαχειρίζεται δημιουργικά και πρός τη σωστή κατευθυνση τον κόσμο της ψυχῆς του. Έτσι σε λαϊκό επίπεδο ενώ στόν παλιό του πολιτισμό μπορούσε να κάνει τραγούδια και να  καθιερώνει χορούς -σαν άλλος Ζορμπάς- για να χωρέσει τον πόνο του, την πικρα τα σεκλέτια και τα μεράκια του, τώρα απόμεινε θεατής  βουβός σε μιά ζωή που γινεται πριν απο αυτόν γιαυτόν... Αλλοι να αποφασιζουν πως θα ζήσει με τι τρόπους θα ντυθεί με τις τρόπο θα διασκεδάσει, με τι χρωμα  θα πλουμίσει  τα ονειρά του.  Ο εντεχνος πολιτισμός που ήρθε να υποκαταστήσει τον λαϊκό στην πραγματικότητα δε σεβάστηκε και πολύ τη διαδικασία ψυχικῆς έκφρασης ενός λαού επι αιώνες μαθημένου να ζει προσωπικά με κάπως στερεότυπες φορμες και ισως με κάπως δυσκίνητες διαδικασίες αλλά  δικές του.  Και τα κακό αντρώθηκε με τήν παρέλευση των χρόνων όταν μετά την μεταπολίτευση οι καλλιτέχνες αμφισβήτησαν ακόμη πιό έντονα το διακίωμα του λαού να παράγει τέχνη δική του, να φτιάχνει την εικόνα του να σιγοτραγουδά, να υποδύεται ο ίδιος τους ρόλους που δεν καταφερε στη  ζωή του. Εισαγόμενα μοντέλα και τρόποι μοντέρνοι και αλλοότριοι, ξένα προσωπεία που δεν μπορουν να χωρέσουν την  ψυχή ενος λαού.. Σπάνια σήμερα προβληματιζόμαστε για τις πολιτισμιστικές επιλογες μας ως κοινωνία και για την εκχώρηση των δικαιωμάτων μας στον πολιτιστικό αυτοπροσδιορισμό στο δικιαιωμά δηλαδη να  μπορούμε ανα πάσα στιγμη να δημιουργήσουμε μορφές που θα ταιριάζουν στην έκφραση της ψυχής μας. Μορφές δικές μας που θα χωράνε το αισθημά μας κι όχι απλώς διανοητικά κατασκευάσματα που είναι in αφου είναι ευραπαϊκά η αμερικάνικα,  δηλαδή καταξιωμένα σε  ένα διεθνές περιβάλλον. 
Ετσι απομείναμε ενας λαός που έχει πλούσια αισθήματα αλλά που δεν  έχει τρόπους να τα εκφράσει να τα παρουσιάσει με τρόπο που θα παράγουν το μεγα ζητούμενο δηλαδή κοινωνία.  Έτσι η έκφραση των αισθημάτων απωθήθηκε στα σκυλάδικα, στα γήπεδα, σέ περιθωριακά σχήματα μουσικά και θεατρικά, σε κακέκτυπα εικονογραφικής τέχνης -αγιογραφίας.  Ενας λαός βουβός που απλώς κοιτάζει τους μουσικούς του στη σκηνή και το ονο που  μπορεί να κανει είναι να σηκωθεί όρθιος και στο στενό διάδρομο να σιγοκουνάει τον κώλο του με την ψευδαίσθηση ότι χορεύει. Ατό δεν ειναι χορός ούτε έκφραση της ψυχῆς ούτε βέβαια παραγει κοινωνία. Εκτόνώνει για λιγο την ανάγκη που όμως  επανέρχεται δριμυτερη. Είναι ενας αυνανισμός  που δεν παραγει ούτε έρωτα ούτε ζωή... 
Αυτός ο κόσμος που ξεχυνεται στους δρομους και σπάζει βαρέθηκε αυτή τη ζωή και θέλει να ζήσει αλήθινά. Δεν είναι πού δεν έχει ούτε ψωμί να φάει ούτε καλά καλά δικαίωμα να μιλήσει γιατί ο εγωισμός των "προϊστάμενων "  αφεντικών λειτουργεί σαν δαμόκλεια σπάθη πάνω απο το κεφάλι του. Δεν είναι πού δεν μπορεί να έχει όλως άλλη άποψη γιατί μόνον ορισμένου τύπου προοδευτισμοί επιτρέπονται- λες κι έχει κάποιος με μαγικό και αυθεντικό τρόπο ορίσει τη κίνηση και τα όρια του προοδευτισμού στην Ελλάδα- δεν είναι που και η σιωπή ακόμη θεωρείται φασισμός και καταδιώκεται... Ο καυμένος ο έλληνας, εγω δηλαδὴ, δεν μπορώ ούτε καν να σφάλλω διωκόμενος απο εναν άκαρδο και  σκληρό πουριτανισμό πού όλα τα κατανοεί λες και οι ανθρωποι είναι κουρδισμένα και τέλεια όντα που πρέπει και μπορούν να λειτoυργούν μόνον προς την κατευθυνση του "σωστού"... Φυλακή ο τόπος όχι μονο απο μιαν στυνομία που είναι εικόνα μας αλλά και απο τον καθημερινό αθέλητο φασισμό μας που δεν ανέχεται κανέναν στον δρόμο του που δεν μπορει τη μυρουδιά και τα χνώτα κανενός στο λεωφορείο και στη ουρά των τραπεζών. Καναμε τη ζωή μας φυλακή συμπατριώτες και το κακό ειναι πως παραιτηθήκαμε και απ᾽το δικαιωμά μας να διαχειριζόμαστε τη φυλακή μας με τρόπους προσωπικούς και άρα πραγματικά λυτρωτικούς. Όσο δεν παράγουμε δικό μα πολιτισμός θα είμαστε πάντα δεσμιοι των θαμένων αισθημάτων μας και της συσωρευμένης οργής μας που κατατρώει τα σωθικά μας. Γιαυτό σηκωθείτε συνέλληνες να χορέψετε να ζωγραφίσετε και φτιάξτε κοινωνία με την έκφραση της ψυχής σας και μη σπάτε άλλα τζάμια είναι ανωφελο και ματαιο είναι απλά ανακύκλωση του πόνου αλλά όχι γιατρειά. Ζωή ζητάμε κι όχι άλογα ξεσπάσματα χωρίς προπτική κοινότητας και κοινωνίας. 


Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

ΕΚΘΕΣΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ

                                         
 O kosmow 

“Η θαλασσα σαν έρχεται μεγάλη…”

Εικαστική διαδρομή στον κόσμο του Κώστα Καρυωτάκη

 

         Ο κόσμος του μόνου. Ένας  κόσμος  όπου η ψυχή αρπαγμένη στην ωραιότητα και στη ομορφιά του κτιστού αγωνίζεται να σχετιστεί, να γευτεί, να χαρεί και να  ζήσει ό,τι ποθεί.  Ο κόσμος του μόνου είναι παντοτινός και ισόβιος. Είναι χρυσή φυλακή , οχυρό και ανάχωμα στην επίθεση των προσκυνημένων, των δειλών, των άλλων με τις συμβάσεις και τη λειψή ζωή. Αυτών που δεν τόλμησαν να  ζήσουν, να γευτούν, να μεταλάβουν, να ενσωματωθούν και να ανταμώσουν το ποθούμενο, το άλλο.

Ο κόσμος του Κώστα Καρυωτάκη είναι  ένας κόσμος ποιητικός που καταγράφει την αγωνία και τη δίψα για ζωή, για αυθεντική ζωή χωρίς συμβιβασμούς και  ανώφελα προσκυνήματα.  Καί είναι αληθινή προκληση για τον εικαστικό που καλείται να συναντήσει την ποητική αυτή ζωή και να συνομιλήσει μαζί της, να βρεί τρόπους να τρυπώσει μέσα της να δεί, νά διακρίνει, να καταγράψει και να παρουσιάσει, να μαρτυρήσει ύστερα στα μάτια θεατών αγαθών για όσα είδε και όσα γεύτηκε εκεί στον ἀβατο αυτό χώρο όπου μόνον ερωτευμένοι και λοξίες κατοικούν.

         Το εγχείρημα δύσκολο και κοπιώδες. Πως γίνεται να γράψεις τη ζωή ενός άλλου, ενός μόνου  που κατοικεί σε χώρα μακρυνή και αδιάβατη;  Τι τρόπους εικαστικούς να μεταχειριστείς και τι λύσεις να βρείς  ὄταν μάλιστα δέχεσαι απο τα πρίν ότι να ταυτιστείς δεν μπορείς με τη ρομαντική αυτή και μοναχική διαδρομή ζωής;

         Το πρὠτο που γύρεψα ήταν η ατμόσφαιρα, το κλίμα να βρώ. Ένα χρώμα μιά μυρουδιά, μιά γεύση που θα καταγράψω και που θα διαπερνά όλη τη δουλειά που μου παράγγειλε ο Χατζηιακώβου να του φτιάξω για τα  “Νηπενθή ” του ποιητή.  Και ἐτσι ἀφού στα ποιήματα καταδύθηκα και ἀφησα την ψυχούλα μου να βασανιστεί μαζί του –όσο μου ήταν μπορετό και ανεχτό- επέστρεψα  νικημένος και με αίσθηση ματαιότητας στά χείλια και καταπιάστηκα με τα χίλια ζόρια τη γεύση ετούτη να βρώ σε χρώματα να κλείσω.  Διάλεξα τα μελάνια τις σινικές και τις εκολίνες  για να χτίσω έναν κόσμο που έχει σχήμα που έχει δύναμη και πλαστικότητα αλλά που το φώς του είναι λιγοστό και η κίνηση του είναι προς το βάθος προς το σκοτεινό και το μεμακρυσμένο προς το  σύμπαν του μόνου όπου η ζωή είναι νόστος μάλλον κι όχι  γεγονός.  Ύστερα  η κίνηση. Με γνώση ότι σ᾽όλη την ελληνική, τη δική μας παράδοση το εικαστικό γεγονός είναι πρώτιστα διαχείριση της κίνησης κι ότι απ αυτή απορρέουν οι ποιότητες της ζωντάνιας και της αλήθειας, πήρα να σχεδιάζω με γρηγοράδα και αδρότητα σπάζοντας την ακρίβεια και την καθαρότητα. Θαμπά περιγράμματα και ενιότε ασαφή, σπασμένες πινελλιές, ένας κόσμος που τείνει στην ανεύρεση του τελικού σχήματος , την τελική μορφή αποζητά αλλά πάντα υπολείπεται γιατι η αγωνία του θα διαρκεί πάντα. Κι απ την άλλη η κινηση των μορφών λυμένη αλλά και πολλές φορές νωθρή χωρίς μεγάλη ζήτηση,  χωρις επιμονή και διεκδίκηση.  Οι σχέσεις μεταξύ των μορφών και των πραγμάτων στο περίπου φτασμένες . Ένας κόσμος που γυροφέρνει τη ζωή…

         Τα γιαπωνέζικα Lokta χαρτια  και τα μελάνια έμοιαζαν να κάνουν τη δουλειά τους.  Σιγά σιγά το κλίμα βρέθηκε η έτσι νόμισα. Πάντα εξάλλου θα μείνω με την απορία. Τελικώς τι βρήκα  απο την πάλη μου με τον ποιητικό σύμπαν του Καρυωτάκη. Βρήκα τον ποιητή η άπλως συνάντησα τον εαυτό μου, ένα κομάτι μου ίσως που ελοχεύει πίσω απο θαμένες επιθυμίες και στερήσεις νεανικές; Ποιός τα ξέρει αυτά, ποιός να κρίνει μπορεί; Ποιός να τ᾽απαντήσει; Κανείς μάλλον. Κι εξάλλου πόση σημασία ἐχουν όλα ετούτα τα ερωτηματικά; Αυτό που χτίστηκε στους μήνες αυτούς που ῍πάλεψα με τον ποιητή και τες γραμμές του με τα γραψίματα και τις αγωνίες του, είναι ένας άλλος κόσμος που κι αυτός γυρεύει τον σχολιασμός του. Ένας άλλος κόσμος εξίσου νοσταλγκός και γλυκόπικρος και φωτοσκιασμένος και αγωνιώδης και θλιβερά χαρούμενος. Ένας κόσμος όπως είναι ο κόσμος όλων όσων το παλεύουν, όλων όσων ζητούν την αληθινή ζωή και των ερώτων τον παράδεισο και ρισκάρουν και χειρονομούν και ψελλίζουν πως να προσκυνήσουν  τον άρχοντα του κόσμου ετούτου δε βαστούν.

         Σας καταθέτω τον “καινό” αυτό κόσμο, τον παλαιό  και τον αφιερώνω καταρχάς σε φίλο αγαπημένο και καθαρό, στο Χρήστο το Θεοδώρου που με τα τραγούδια του και τες  μουσικές του στοχεύει όχι στο άπιαστο αλλά σεμνά στο βουβό παραμύθι της καρδιάς μας  και τούτο να χωρέσει σε νοτές ζητά.

 

 

                                             Γιώργος Κόρδης

 

                                             Αγία Παρασκευή 5-11-2008.

 



Τρίτη 24 Ιουνίου 2008

Ο ΕΡΩΤΑΣ. αρχαγγελος τραγουδαει λαΐκά


ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΑ ΥΑΚΙΝΘΕΙΑ
28-7 ΕΩΣ 3-8 2008
ΑΝΩΓΕΙΑ ΚΡΗΤΗ



Ο ΕΡΩΤΑΣ
ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΛΑΙΚΑ
Κοιτώντας προς τη μερια του Λυβικού. Μες της γης τα αρωματα τα μεθυστικά με τον αγερα συντροφο, πρόσκαιρο μα τρυφερό, να φέρνει τραγούδια της αγάπης μακρυνά, με τους έρωντες και τα θυμάρια σεμνά να παρίστανται στης καρδιάς το παραπονεμένο πανηγύρι άρχισα, σα σε παιχνίδι παιδικό, με μελάνι μαύρο-καστανό του έρωτα αρχάγγελου να γράψω τα καμώματα και τις περιπέτειες του να εγκωμιάσω μες των ανθρώπων καθως μπαίνει τα πράματα σκαρώνοντας κάτι υπόθεσες ψυχικές.
Αύγουστος σε ακριανή γωνιά στα Σχινοκάψαλα στης Κρήτης τα ανατολικά και έφτιαξα σειρά από σχέδια μικρά που ζήλεψαν και πόθησαν τη λιτότητα και την εκφραστική καθαρότητα μελανόμορφων αγγειογραφιών, των πέρσικων μικρογραφιών τη μελαγχολία τη τρυφερή και τη μνημειακότητα έρρυθμων χειρόγραφων βυζαντινών.
Καθόμουνα τ απογεύματα στην πεζούλα τη φαρδιά που ακόμη κουβάλαγε ζέστη θεραπευτική απ το πέρασμα ήλιου αδυσώπητου και σκληρού και χαιρόμουνα τη μετάληψη στην κίνηση αυτή των ερώτων που πλάσματα φευγαλέα και διάφανα φτεράκιζαν γύρω μου μολογώντας για τα παθήματα των ανθρωπων που λεύτερα αφήνονται στο γόνιμο άγγιγμα τους και τα δώρα τους δέχονται τα μεγάλα και τρανά: την αμφιβολία τη γόνιμη και καρπερή, το πάθος που τη μοναξιά καταλεί, το ρυθμό και την κίνηση που τις καρδιές συγκινεί και κορμιά ενώνει και γονιμοποιεί ψυχές.
Έρωτες· πλάσματα πού κλωθοφέρνουν πάντα ανάμεσα μας και δώρα μας κερνούν: Το άγγιγμα το γεμάτο και το τρυφερό, το καράβι του απέραντου της αληθινής γνώσης ταξιδιού, τη μάχαιρα που καθαίρει το περιττό και τ άχρηστο πετά, το πέπλο το διάφανο και λεπτό που στεφανώνει την αγκαλιά και νοστιμεύει το φιλί, το φεγγαράκι το χλωμό που ολοένα λειψό σιγοκλαίει πικρά στην άκρια τ ουρανού για έναν Ενδυμίωνα, για μιά Ελένη, για του Φώτη τη σπαραγμένη την καρδιά απ της Σαλώμης την άσπλαχνη ματιά.
Οι μικροσκοπικές του έρωτα αρχάγγελου στιγμές ιστορημένες είναι σε 20 έργα μικρά. Κι εδώ στ Ανώγεια για πρώτη δείχνονται φορά συντροφεμένες με τραγούδια λαϊκά που φίλοι καλοί και σημαντικοί καταδέχτηκαν να βρούν για να παντρέψουν τα φτωχούλια ετούτα σχέδια, τα γυμνούλια απο χρώματα και καλούδια, με τη λεβέντικη, πλούσια κι αρχοντική μεγαλωσύνη του ελληνικού τραγουδιού που ανεπιτήδευτο κι αυθεντικό παραμυθητικά ακολουθεί την περιπέτεια του γένους των ελλήνων σε χρόνους δύσεκτους, σκληρούς.
Γιώργος Κόρδης
Αγία Παρασκευή 10-6-2008